Από το 1971 που βρέθηκαν στο δισκογραφικό σανίδι, οι ZZ Top (το όνομα προήλθε από ιδέα του Billy Gibbons, στον οποίο άρεσαν τα αρχικά BB King και ZZ Hill, καταλήγοντας στο ZZ King και τελικά ZZ Top) παρέμειναν μαζί σε όλη την πορεία τους.
Η «αγία τριάδα» από το Τέξας αποτέλεσε ουσιαστικά τη συνέχεια μιας αποτυχημένης προσπάθειας του τραγουδιστή Billy Ham και του Gibbons. Το πλάνο είχε συμπληρώσει για λίγο ο ντράμερ Dan Mitchell και ο πληκτράς Lanier Greig ο οποίος είχε αναλάβει χρέη μπασίστα. Το 45άρι single με τίτλο Salt Lick απέτυχε παταγωδώς και ο Ham αντικατέστησε τους Mitchell και Greig με τον Billy Etheridge και τον Frank Beard. Ο Etheridge δεν «κόλλησε» με τον Beard και ο τελευταίος κάλεσε στο σχήμα τον Dusty Hill.
Ο Ham ανέλαβε τελικώς την παραγωγή και οι ZZ Top όπως τους μάθαμε μέχρι σήμερα, κυκλοφόρησαν το πρώτο άλμπουμ τους το 1971. Blues, boogie και hard rock ξεχύθηκαν από τα στούντιο της London Recordings και ο χαρακτηριστικός ήχος της μπάντας αγαπήθηκε από το κοινό.
Ο Dusty Hill είχε ήδη ένα πολύ καλό βιογραφικό πριν γίνει μέλος των ZZ Top. Επαιξε μπάσο από τα 13 του και στα 15 είχε ήδη σχηματίσει την πρώτη μπάντα του, τους Deadbeats. Το 1966 δημιούργησε τους Warlocks με τον Beard παίζοντας blues στα κλαμπ του Ντάλας και του Χιούστον.
Aπό αριστερά: Dusty Hill, Billy Gibbons, Frank Beard. |
Ο Hill δεν ήταν ποτέ πρωταγωνιστής στους ZZ Top. Είχε όμως πάντα μια ιδιαίτερη σχέση με τον ρυθμό και έθετε τις βάσεις για κάθε κομμάτι. «Αθόρυβα» μα πάντα στοχευμένα. Το 1977 η μπάντα αποφάσισε να ξεκουραστεί ύστερα από επτά χρόνια συνεχούς δράσης. Οταν επανεμφανίστηκε, όλα είχαν αλλάξει.
Gibbons και Hill είχαν αποκτήσει μια μακριά γενειάδα, μαύρα γυαλιά και λαμπερά ρούχα, λικνιζόμενοι στον ίδιο ρυθμό πάνω στη σκηνή και στα clips σαν να είναι ο ένας αντικατοπτρισμός του άλλου μπροστά από τον Beard, ο οποίος παρέμεινε μόνο με μουστάκι, παρότι το επώνυμό του σημαίνει γενειάδα! (τι ειρωνεία).
Ο ήχος τους άλλαξε, έγινε πιο new wave με πλήκτρο (διά χειρός Hill) και πιο εμπορικές συνθέσεις την ώρα που το MTV άρχισε να καθορίζει τις τάσεις σε όλο τον πλανήτη. Οι ZZ Top μοιραία μαγνήτισαν με τις συνθέσεις τους πολύ μα ετερόκλητο κοινό κι έγιναν σταρ του σκληρού ήχου, κυρίως με το άλμπουμ τους Εliminator του 1983. Ενα άλμπουμ μακριά από το στυλ των σπουδαίων Rio Grande Mud, Tres Hombres, Fandango.
Οι δρόμοι της μπάντας με τον Ham χώρισαν το 2006 και μέχρι το 2016 και τον θάνατό του, ο Hill προσπάθησε αποτυχημένα να τον επανασυνδέσει με το γκρουπ.
Ο Gibbons τράβηξε με τα χρόνια σχεδόν όλα τα φλας της δημοσιότητας επάνω του, άρχισε να συμπεριφέρεται σαν σταρ. Ο Hill δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος. Εμεινε στο περιθώριο με δική του απόφαση και ύστερα από χρόνια επέστρεψε στο Χιούστον για να απολαμβάνει τους αγαπημένους του Rockets, ενώ υπεβλήθη και σε χειρουργική επέμβαση για πρόβλημα στο ισχίο και τον ώμο του, το οποίο είχε αποκομίσει από το 1984 ύστερα από ατύχημα με όπλο.
Ο Gibbons ασχολήθηκε με προσωπικές δουλειές μακριά από τη μπάντα και ουσιαστικά οι ZZ Top έριξαν την αυλαία τους το 2012 με το άλμπουμ La Futura. «Αφήστε τη μπάντα να συνεχίσει» ήταν το τελευταίο μήνυμά του όταν και ανακοίνωσε την αποχώρησή του.
Οι ZZ Top φημολογείται ότι θα συνεχίσουν με άλλον μπασίστα τη δισκογραφική πορεία τους, πιθανότατα με τον Elwood Francis. Ομως ο Dusty Hill θα παραμείνει μία από τις πιο εμβληματικές μορφές του ροκ που μεγάλωσε γενιές και γενιές με το επιβλητικό απόσταγμα του blues rock του Τέξας.
The SHADOW