Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020

ΧΡΟΝΟΜΗΧΑΝΗ: Sweet - Desolation Boulevard [1974-75]


ΓΙΑ ΤΗΝ πλειονότητα των φίλων και μουσικών του σκληρού ήχου, «πατέρες» του metal θεωρούνται (και ορθώς) οι Black Sabbath. Η ιστορία όμως δεν τελειώνει κάπου εδώ. Ναι, οι Sabbath έπαιξαν πρώτοι metal, αλλά υπήρξαν και κάποια γκρουπ που διαμόρφωσαν παράλληλα μ' αυτούς, το πλαίσιο του συγκεκριμένου μουσικού ιδιώματος και μάλιστα με άκρως επιδραστικό τρόπο...








Ενα άλμπουμ - κόσμημα, από μια μπάντα που έβαλε γερά θεμέλια στον σκληρό ήχο, μένοντας για πάντα στη «σκιά»




Προσωπικά, θεωρώ ως προδρόμους του metal, τους Αμερικανούς Blue Cheer, oι οποίοι ηχητικά άνοιξαν το δρόμο προς αυτή την ηχητική κατεύθυνση (έχοντας και ακούσματα από τους Who) με το σπουδαίο ντεμπούτο τους του 1968, Vincebus Eruptum.

Στη συνέχεια ήρθαν οι Deep Purple, οι Led Zeppelin, αλλά και μπάντες όπως οι Atomic Rooster, Slade, Lucifer's Friend, Thin Lizzy, T.Rex και UFO να... προαναγγείλουν αυτή τη νέα heavy rock τάση που θα ξεπηδούσε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και θα κατέκλυζε το σύμπαν.

Τη χρονιά, λοιπόν, που οι Judas Priest επιχειρούσαν το πρώτο δισκογραφικό βήμα τους το 1974 από το Μπέρμιγχαμ, όπως και οι KISS από τη Ν. Υόρκη, στο Λονδίνο, μια μπάντα ανοικτόμυαλη όσο ελάχιστες, θα κυκλοφορήσει το 3ο άλμπουμ της, Desolation Boulevard, σε δύο εκδοχές (είναι η εποχή που οι μάνατζερ αρχίζουν να χαλάνε τη μαγιά / μαγεία). 

O λόγος για τους Sweet, μια σπουδαία τετράδα αποτελούμενη από τους χαρισματικούς μουσικούς Brian Connolly (lead vocals), Steve Priest (bass, lead & backing vocals), Andy Scott (guitars, lead & backing vocals), και Mick Tucker (drums, percussion, backing vocals). Μια μπάντα, η οποία έμεινε στη σκιά των προαναφερθέντων γκρουπ, όμως λατρεύτηκε από τους μουσικούς και στην πορεία τούς «ακούσαμε» μέσα και από άλλες μπάντες, ως χαρακτηριστική επιρροή.

Από αριστερά: Brian Connolly, Mick Tucker, Andy Scott, Steve Priest.

Με το Desolation Boulevard, οι Sweet, αφήνουν κατά μέρους το bubblegum pop rock ξεκίνημά τους (ως γενικότερη εικόνα πάντα) και αρχίζουν να «απογαλακτίζονται» συνθετικά και ηχητικά από τους παραγωγούς τους και songwriters, Mike Chapman και Nicky Chinn. Αν και η ευρωπαϊκή έκδοση του άλμπουμ (1974) περιέχει περισσότερα τραγούδια γραμμένα από το συγκρότημα, η αμερικανική έκδοση -αυτή με την οποία ασχολούμαστε σήμερα, του 1975- έχει μια αντίθετη κατεύθυνση, με σκληρότερο ήχο και λιγότερο ραδιοφωνικό προφίλ.

Aν και η συντριπτική πλειονότητα των μουσικόφιλων, σήμερα, γνωρίζει μόνο το Love Is Like Oxygen και πιθανότατα δεν έχει ιδέα για τους Sweet, το Desolation Boulevard είναι το άλμπουμ που απέδειξε το μουσικό εύρος και την ποιότητά τους. Στο εσωτερικό του θα ακούσουμε έναν εξαιρετικά βαθύ -για την εποχή- ήχο, καθηλωτικές εκτελέσεις, σπιρτάδα, κέφι και όγκο σε μερικά σημεία που προκαλεί ρίγος.

Οπως στο -κατ' εμέ- κορυφαίο κομμάτι της καριέρας τους, το Set Me Free και ίσως το σπουδαιότερο heavy rock τραγούδι των 70's μαζί με κομμάτια επιπέδου Highway Star των Purple, He's A Woman, She's a man των Scorpions, Run Of The Mill των Priest, Kill The King των Rainbow, Rock Bottom των UFO, Hocus Pocus των Focus ή Brighton Rock των Queen και τόσων άλλων.


Ομως στο άλμπουμ θα συναντήσουμε κι άλλα μεγάλα κομμάτια όπως το ξεσηκωτικό Ballroom Blitz, που αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το ραδιόφωνο. To The Six Teens, ένα υπέροχο τραγούδι για την εφηβική αγάπη και πολλά στοιχεία - κατατεθέν του ήχου της μπάντας, με τη χαρακτηριστική κιθάρα, τα διασταυρούμενα φωνητικά μεταξύ των μελών (ναι, θυμίζουν Queen, oι οποίοι ξεκινούσαν εκείνο το διάστημα την ξέφρενη πορεία τους), μικρές... λεπτομέρειες που καθιέρωσαν τους Sweet στα 70's. 

Το glam αριστούργημα No You Don't, με το εθιστικό «μπούκωμα» και την ίδια ποικιλομορφία στα φωνητικά, το α λα Slade, ροκ εν ρολ, A.C.D.C., τα rock pop, I Wanna Be Committed με μπόλικα εφέ και Fox on the Run, με... τόνους groove από «πίσω» του, το Sweet F.A. με τα φονικά ριφ που προαναγγέλλουν τα 80's και το απίστευτο drumming του Mick Tucker.

Ναι, οι Sweet ήταν ικανοί από το pop, να περάσουν εν ριπή οφθαλμού, στο heavy rock, όπως πράττουν και στο ελαφρώς prog, Into the Night. Στο φινάλε, έρχεται μια έκπληξη με το Solid Gold Brass, ένα κομμάτι βουτηγμένο στα blues, που θυμίζει ίσως το Heartbreaker των Zeppelin, αποκαλύπτοντας μια άλλη πτυχή του ταλέντου του γκρουπ.


Oι Sweet με το 
Desolation Boulevard χαρίζουν στην ανθρωπότητα ένα πραγματικό κόσμημα που ουδέποτε να λάμψει όπως πραγματικά του άξιζε. Μια μπάντα με τέσσερις υπέροχους μουσικούς, άπλωσε τις ανησυχίες της σε πολλά ιδιώματα, πήρε αυτά που χρειαζόταν και δημιούργησε ένα, πολλές φορές αντιφατικό, μα πάντα δυναμικό ηχητικό καμβά που έμεινε στην ιστορία. 

Ο χαρισματικός Brian Connolly, «έφυγε» στα 51 του, τα ξημερώματα της 10ης Φεβρουαρίου του 1997, ύστερα από συσσωρευμένα προβλήματα εξαιτίας του αλκοόλ, τα οποία έφεραν νεφρική και υπατική ανεπάρκεια και καρδιακές προσβολές.

Ο επίσης χαρισματικός, Mick Tucker, έχασε τη μάχη με τη λευχαιμία στις 14 Φεβρουαρίου του 2002, Ηταν 54 ετών. «Ήταν ο καλύτερος ντράμερ που δημιούργησε ποτέ η Αγγλία», θα πει ο Steve Priest.

Τα κομμάτια:

1. Ballroom Blitz (Chapman, Chinn) 4:07
2. The Six Teens (Chapman, Chinn) 4:06
3. No You Don't (Chapman, Chinn) 4:36
4. A.C.D.C. (Chapman, Chinn) 3:28
5. I Wanna Be Committed (Chapman, Chinn) 3:14
6. Sweet F.A. (Scott, Tucker, Connolly, Priest) 6:16
7. Fox on the Run (Scott, Tucker, Connolly, Priest) 3:28
8. Set Me Free (Scott) 3:59
9. Into the Night (Scott) 4:25
10. Solid Gold Brass (Scott, Tucker, Connolly, Priest) 5:35

THE SHADOW

Υ.Γ. Μη «σκοτώνετε» τη μουσική σας. Ακούτε τη σωστά.









Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...