Πριν από καιρό βρέθηκα στο πατρικό μου σπίτι. Είχα περισσότερο από ένα χρόνο να πάω κι έτσι άρχιζα να σκαλίζω παλιά ξεχασμένα μικροπράγματα των παιδικών και εφηβικών χρόνων μου. Κάποια στιγμή, ψάχνοντας για μία αφίσα του Μάτζικ Τζόνσον, έπεσα πάνω στο πρώτο μου (ραδιο)κασετόφωνο. Ενα Crowncorder. Παρότι ο ψηφιακός ήχος έχει στρογγυλοκαθίσει στο θρόνο της σύγχρονης μουσικής, η... αναπάντεχη συνάντηση δε με άφησε αδιάφορο...
Το συγκεκριμένο μηχάνημα το είχε φέρει ο παππούς μου από την Ιαπωνία, καθώς ήταν ναυτικός. Χέρι με χέρι ξέπεσε και στα δικά μου χέρια (κατά τον Καββαδία) και με τη σειρά μου, ως εκκολαπτόμενος ροκάς τότε, το τίμησα δεόντως στα μέσα προς τέλη των '80s. Την
Το Crowcorder μου, σήμερα, σε άθλια κατάσταση. |
του Rec. Εξηντάλεπτες, 90λεπτες, 45λεπτες, ακόμη και 40λεπτες και 180λεπτες, όλες, μα όλες, πέρασαν από τα χέρια μας, αφήνοντας στη μνήμη μας την ιδιαίτερη έντονη μυρωδιά τους και το βογγητό των γουόκμαν όταν έβαζες σ' αυτά τις πιο μεγάλες σε διάρκεια.
Aξέχαστο θα μου μείνει και το «ξύλο» που φάγαμε πιτσιρικάδες, από έναν γείτονα. Είχαμε ακροβολιστεί σε δύο απέναντι πεζοδρόμια, παριστάνοντας τις... Παναγίες. Από μακριά πλησίαζε ανυποψίαστος ο κυρ Μιχάλης, καβάλα σε ένα από κείνα τα τεράστια ποδήλατα με τις σούστες στη δερμάτινη σέλα, το σταντ σε σχήμα «Π» και το τεράστιο κουδούνι. Μπροστά του και κάθετα στο δρόμο, απλωνόταν μία ταινία κασέτας, τις άκρες της οποίας κρατούσαμε εμείς. Οταν ο πλησίασε στο ένα μέτρο, τεντώσαμε ξαφνικά την ταινία, με αποτέλεσμα ο καλοστεκούμενος γείτονας -επιχειρώντας έναν ελιγμό αποφυγής, νομίζοντας ότι πρόκειται για σύρμα- να σωριαστεί στο έδαφος κι εμείς να νιώσουμε, λίγο αργότερα, τη ροζιασμένη παλάμη του σε πολλά μέρη του σώματός μας...
Πολλές οι αναμνήσεις μιας εποχής που η κασέτα άφησε το αποτύπωμά της, πριν περάσει για πάντα στην ιστορία. Η κασέτα παρουσιάστηκε στην παγκόσμια αγορά σχεδόν ταυτόχρονα με τους δίσκους 33 στροφών, στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Η ευρεία εμπορική της χρήση θα καθιερωθεί περίπου 20 χρόνια αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά, με τη διάθεση των φορητών μαγνητοφώνων, οι κασέτες γνώρισαν μεγάλη άνθιση και οι εταιρίες εφάρμοσαν την παράλληλη κυκλοφορία με τους δίσκους βινυλίου και αργότερα με τα CD. Πλέον, τις βλέπω μόνο σε κάτι ράφια σουπερμάρκετ και σε κάτι καλάθια στην Ομόνοια.